“Η μέθοδος δεν φαίνεται. Εκείνο που φαίνεται είναι το παιδί, που, απαλλαγμένο από τα εμπόδια, ενεργεί σύμφωνα με την ίδια του την φύση.”
Μαρία Μοντεσσόρι, γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από 149 χρόνια.
Οι λόγοι που επιλέξαμε να αναφερθούμε στην ζωή και το έργο της Μαρίας Μοντεσσόρι στο παιδαγωγικό μας πλαίσιο είναι πολλοί. Ο τρόπος που έχουμε οργανώσει και προετοιμάσει το περιβάλλον του Μικρού Δέντρου έχει εμπνευστεί σε μεγάλο βαθμό από την μοντεσσοριανή προσέγγιση, με την χρήση συγκεκριμένου υλικού και με την οργάνωση των δραστηριοτήτων με τρόπο που να επιτρέπουν την ατομική δραστηριότητα και γενικά με την χρήση του υλικού περιβάλλοντος ως ένα από τα πρώτα μας εκπαιδευτικά εργαλεία.
Η έννοια της ελευθερίας είναι κεντρική στην προσέγγιση μας απέναντι στο παιδί και έτσι δεν θα μπορούσαμε παρά να εμπνευστούμε από τα λόγια της Μοντεσσόρι, που στις αρχές του 20ου αιώνα διακήρυσσε την απελευθέρωση του παιδιού από την καταπίεση του ενήλικα. Η θεωρία της βασίστηκε πάνω στην ιδέα της ανακάλυψης ενός “νέου παιδιού” τα χαρακτηριστικά του οποίου ήταν κρυμμένα πίσω από αιώνες ενήλικης προκατάληψης. Οι πρώτοι αυτοί μαθητές στα πρώτα Casa dei Bambini αποκάλυψαν κατά την Μοντεσσόρι ένα ανθρώπινο πρόσωπο εντελώς καινούργιο, που δίνοντας του την ελευθερία του, μπορούσε να δομήσει κοινότητες βασισμένες στις αρχές την αλληλεγγύης και της φροντίδας. Μία πραγματική αγάπη για το περιβάλλον, την φύση και την γνώση ξεπήδησε μέσα από το παιδί το οποίο μπόρεσε να βρει στο πρώτο αυτό “προετοιμασμένο περιβάλλον” τα εργαλεία για να χτίσει τον εαυτό του.
Η μοντεσσοριανή μέθοδος αποτελεί μία ολοκληρωμένη παιδαγωγική πρόταση με άμεση πρακτική εφαρμογή δοκιμασμένη σε διάφορα μέρη του κόσμου και σε διαφορετικές ηλικίες. Προσφέρει πολλά παιδαγωγικά εργαλεία και ένα πλούσιο παιδαγωγικό υλικό το οποίο είναι ευρέως γνωστό. Παρ’ όλα αυτά θα θέλαμε να δώσουμε αντίστοιχη έμφαση και στις θεωρητικές και φιλοσοφικές βάσεις της μεθόδου γιατί πιστεύουμε ότι διαφορετικά περιοριζόμαστε στην χρήση “τεχνικών” διδασκαλίας, κάτι εντελώς αντίθετο προς την μοντεσσοριανή φιλοσοφία.
Όπως λέει και ο Winfried Bohm:
“ Όταν στις συζητήσεις της δεκαετίας του 70 σχετικά με την προσχολική αγωγή η μέθοδος Montessori και τα στηρίγματα της παρουσιάζονταν ως η κατάλληλη μέθοδος για την καλύτερη απόδοση των διαδικασιών πρόωρης μάθησης χάρη στην εξοικονόμηση χρόνου, πέφταμε σε οικτρή πλάνη σχετικά με τις προθέσεις της δημιουργού και δεν συνειδητοποιούσαμε τον πραγματικό στόχο.”
Η μοντεσσοριανή μέθοδος είναι κυρίως γνωστή ως η μέθοδος που τα παιδιά μαθαίνουν να γράφουν και να διαβάζουν σε πολύ μικρή ηλικία και που γίνονται μικρές μαθηματικές “διάνοιες”. Είναι επίσης γνωστή στον ελλαδικό και όχι μόνο χώρο ως μία μέθοδος που απευθύνεται στην ελίτ, μιας και τα μοντεσσοριανά σχολεία είναι όλα ιδιωτικά και με πολύ ακριβά δίδακτρα. Επίσης, ανάλογα με την σκοπιά της κριτικής, έχει κατηγορηθεί είτε ως πολύ ελεύθερη είτε ως πολύ αυταρχική. Η ίδια η Μοντεσσόρι ούσα μία γυναίκα με έντονη προσωπικότητα και πολλές φιλοδοξίες, απέκτησε φανατικούς υπερασπιστές μα και εχθρούς.
Η Μοντεσσόρι, στα σχολεία της μίλησε για αυτοπειθαρχία και αυτοέλεγχο καταργώντας την τιμωρία και την επιβράβευση σε μία εποχή που η σωματική τιμωρία ήτανε η βασική μέθοδος επιβολής πειθαρχίας. Μίλησε για τα δικαιώματα του παιδιού και δημιούργησε ένα περιβάλλον οργανωμένο γύρω από τις σωματικές και πνευματικές ανάγκες του παιδιού τις οποίες αναγνώρισε. Δεν είδε το παιδί σαν έναν ατελή ενήλικα αλλά σαν ένα ον ολοκληρωμένο με ξεχωριστές και ιδιαίτερες ανάγκες οι οποίες θα πρέπει να γίνουνε σεβαστές. Έδωσε έμφαση στην αυτονομία και την αυτοεξυπηρέτηση του παιδιού με στόχο να κατακτήσει την ανεξαρτησία του από τον ενήλικα ενώ ταυτόχρονα δημιούργησε υλικό το οποίο να επιτρέπει την αυτοδιόρθωση.
Ένας ακόμη λόγος που μας ενέπνευσε ήταν ότι το βασικό παιδαγωγικό εργαλείο της Μοντεσσόρι ήταν η παρατήρηση. Συχνά έλεγε στις φοιτήτριες της αναφερόμενη στο παιδί: «Vediamo che cosa fa»(Ας δούμε τι κάνει). Το υλικό που κατασκεύασε βασίστηκε στην παρατήρηση του παιδιού, όπως επίσης και πολλές από τις ασκήσεις και τα παιχνίδια στα οποία εκπαιδεύονται οι φοιτητές και οι φοιτήτριες της μοντεσσοριανής μεθόδου έχουν εμπνευστεί από την παρατήρηση της ελεύθερης αλληλεπίδραση του παιδιού με το υλικό.
Τέλος, θέλουμε να κάνουμε μία αναφορά στο όχι και τόσο γνωστό φεμινιστικό έργο της Μαρίας Μοντεσσόρι. Συγκεκριμένα ο Gerald L. Gutek αναφερει:
«Στα 1899, η Μοντεσσόρι σε κάποιους κύκλους διαλέξεων μίλησε για την «Νέα Γυναίκα» που και αυτή η ίδια ενσάρκωνε. Γελοιοποιώντας ιστορικές και σύγχρονες θεωρίες που συμπέραναν την κατωτερότητα των γυναικών, αμφισβήτησε διάφορες ηγετικές προσωπικότητες του επιστημονικού κόσμου. Ειδικά, αυτούς τους άντρες ακαδημαϊκούς που, ενώ υποστήριζαν τον επιστημονισμό τους, χρησιμοποιούσαν παραδοσιακά στερεότυπα για να επιβεβαιώσουν την βιολογική και κοινωνιολογική κατωτερότητα της γυναίκας. Αμφισβήτησε τον ιστορικό Michelet, που υποστήριξε ότι η θεμελιώδης αδυναμία της γυναίκας, που απαιτεί συνεχή καθοδήγηση, καθιστά ανούσια την χειραφέτηση της΄ τον Proudhon , τον σοσιαλιστή θεωρητικό που υποστήριξε ότι οι γυναίκες μπορούν να γίνουν μόνο νοικοκυρές ή πόρνες’ τον Lombroso τον ανθρωπολόγο που περιέγραψε την γυναίκα ως έναν ατελή οργανισμό σε μία κατάσταση ανάπτυξης σε αναστολή’ και τον Sevgi , τον ανθρωπολόγο, που υποστήριξε πως η κοινωνική ισότητα των γυναικών θα υπονόμευε την οικογένεια και θα αποσταθεροποιούσε την κοινωνία.»
Μερικές γενικές αρχές του Μοντεσσοριανού προσχολικού περιβάλλοντος από τις οποίες έχουμε εμπνευστεί:
– Το κάθε υλικό βρίσκεται σε τάξη μέσα σε έναν δίσκο που διαθέτει ότι χρειάζεται για την πραγματοποίηση της δραστηριότητας. Τάξη επίσης πρέπει να διέπει όλο το περιβάλλον του σχολείου.
– Τα παιδαγωγικά υλικά είναι χωρισμένα σε θεματικές ενότητες-γωνιές, οι οποίες είναι προσβάσιμες σε όλα τα παιδιά καθ’ όλη την διάρκεια της ημέρας. Έτσι το παιδί μπορεί ελεύθερα να επιλέξει αν θα ασχοληθεί με την τέχνη, τα μαθηματικά, την προετοιμασία του φαγητού, την κηπουρική, την ανάγνωση βιβλίου ή την ελεύθερη περιπλάνηση, την παρατήρηση και το παιχνίδι.
– Ο εσωτερικός χώρος δεν είναι αχανής αλλά επιτρέπει τον σχηματισμό “γωνιών”. Με το τρόπο αυτόν ενισχύεται ο συντονισμός της κίνησης, η χρήση της λεπτής κινητικότητας και η ασφάλεια των παιδιών.
– Υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση σε όλους τους προετοιμασμένους για το παιδί εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους του σχολείου καθ’ όλη την διάρκεια της μέρας για όλα τα παιδιά. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ώρα προαυλισμού ούτε συγκεκριμένη ώρα για την τουαλέτα. Τα παιδιά μπορούν να μπούνε όποτε θέλουν στην κουζίνα και να συμμετέχουν στο πλύσιμο των πιάτων ή το μαγείρεμα. Επίσης δεν υπάρχει ομαδικό διάλειμμα. Στόχος είναι το παιδί να ρυθμίσει μόνο του την εναλλαγή δουλειάς και ανάπαυσης ανάλογα με τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του.
– Υπάρχει πηγή νερού σε όλους τους χώρους που χρειάζεται.
– Το περιβάλλον είναι οργανωμένο για το παιδί, όχι για τον ενήλικα. Συνεπώς ότι βρίσκεται στο ύψος του παιδιού είναι διαθέσιμο και το παιδί μπορεί να το χρησιμοποιήσει όποτε θέλει. Για τον λόγο αυτό τα εργαλεία είναι όλα αληθινά και λειτουργικά και είναι στο μέγεθος του παιδιού.
– Τα διάφορα έπιπλα όπως επίσης και τα ράφια είναι χαμηλά, στο μέγεθος του παιδιού ώστε να μπορεί να τα φτάνει και να τα χειρίζεται. Προτιμούνται τραπέζια και επιφάνειες ανοιχτόχρωμες έτσι ώστε να προκαλούν το παιδί να τις καθαρίσει και να μπορεί να το κάνει με ευκολία.
– Υπάρχει ποικιλία στην αισθητηριακή εμπειρία και έτσι προτιμάται ποικιλία σε υλικά όπως ξύλο, πέτρα, μέταλλο κ.α. και όχι η κυριαρχία του πλαστικού όπως γίνεται συνήθως σε χώρους που απευθύνονται σε παιδιά.
– Επιλέγονται υλικά που να είναι εύθραυστα ή που φθείρονται. Ένα περιβάλλον άθραυστο και μαλακό δεν προσφέρει κανένα παιδαγωγικό ερέθισμα. Το παιδί μαθαίνει να συντονίζει τις κινήσεις του όταν χειρίζεται υλικά που σπάνε και μαθαίνει να φροντίζει το περιβάλλον του όταν χειρίζεται υλικά που φθείρονται γιατί η φθορά είναι κομμάτι της ζωής.
– Κάθε υλικό στο περιβάλλον είναι μοναδικό. Έτσι όταν κάποια χρησιμοποιεί κάτι, ο επόμενος θα πρέπει να περιμένει την σειρά του, καλλιεργώντας έτσι την υπομονή του αλλά και τον σεβασμό στην δουλειά του άλλου.