Eπικοινωνία & Kαθημερινή Zωή

kgj

Το δικαίωμα του παιδιού

Σήμερα το δικαίωμα του παιδιού εστιάζει στην ασφάλειά του. Αυτό γειώνεται στον ψυχισμό του ενήλικα σαν επιθυμία να ελέγξει εξ ολοκλήρου το περιβάλλον και τη ζωή του παιδιού, σαν μια μορφή ασφάλειας δηλαδή που οδηγεί σε περιορισμούς. Οι περιορισμοί αυτοί μεταφράζονται πρακτικά σε προστασία στο χώρο, την κίνηση, την πράξη και το λόγο. Αγνοούμε λοιπόν ότι το παιδί είναι μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα με τις δικές του επιθυμίες και ανάγκες που έχει δομήσει μια εσωτερική πειθαρχία. Τελικά το δικαίωμα του παιδιού εξυπηρετεί την ασφάλεια η την ελευθερία του?

Η έννοια της παιδικής ηλικίας είναι ένα κοινωνικό κατασκεύασμα της εκάστοτε εποχής που εξυπηρετεί τα αντίστοιχα συμφέροντα. Σκοπός λοιπόν είναι να απελευθερώσουμε το παιδί απ ’αυτήν. Η παιδική ηλικία δεν είναι η μεταβατική περίοδος για την ενηλικίωση. Δεν είναι το λευκό χαρτί-το ζυμάρι-το σφουγγάρι που ο ενήλικας/αυθεντία μορφοποιεί. Είναι η πρώτη ταυτότητα που αποκτάμε, η πρώτη γέφυρα επικοινωνίας με τον κόσμο. Περιορίζοντας το παιδί, περιορίζουμε τον πυρήνα όπου χτίζεται το άτομο και η κοινότητα.

Το εργαλείο που έχουμε για την απελευθέρωση του παιδιού από την παιδική ηλικία είναι η επικοινωνία μας μαζί του ως αυτόνομο άτομο, η οποία ζυμώνεται μέσα από τη δυναμική του συλλογικού. Η διαδικασία αυτή βιώνεται μέσα από τον πειραματισμό, τον αναστοχασμό, την αυτοβελτίωση, την αλληλοβοήθεια και το σεβασμό. Πιθανώς τα παραπάνω να μη μας οδηγούν σε συγκεκριμένες απαντήσεις αλλά σε ποικίλα ερωτήματα. Ο σκοπός λοιπόν δεν είναι μια συνταγή αλλά μια συνεχόμενη αλληλεπίδραση που μας κρατά σε εγρήγορση μεταξύ θεωρίας και πράξης.

Επικοινωνία

Χτίζουμε την επικοινωνία μας με το παιδί κατανοώντας ότι η ματαίωση είναι ένα συναίσθημα που χρειάζεται να του επιτρέψουμε να βιώσει τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Είναι απαραίτητο συστατικό της μάθησης. Θέλουμε κι αυτό, όπως και εμείς, να γνωρίσει τα πράγματα ως έχουν και όχι να φτιάξουμε γύρω του μια γυάλα αποκλειστικά θετικών συναισθημάτων και βιωμάτων. Βγαίνοντας απ’ αυτήν άλλωστε η ματαίωση θα ήταν ξαφνική και πολύ μεγαλύτερη.

Έτσι λοιπόν εξωτερικεύουμε και κατονομάζουμε κάθε μας συναίσθημα ώστε να βοηθήσουμε το νέο άτομο να γνωρίσει κι αυτό τα δικά του. Το να συγκρατούμε ή να βάζουμε πρόσημα στα συναισθήματά μας χαρακτηρίζει και εξουσιάζει τη διάθεση μας, κάτι που το παιδί νιώθει απόλυτα. Η αυτοπειθαρχία στην εξωτερίκευση και η έκφραση  των συναισθημάτων μας χωρίς ιδιαίτερη φλυαρία είναι ένα εργαλείο που οδηγεί στην αυτονομία και την ειρηνική συμβίωση.

Στην προσπάθειά μας να κατακτήσουμε την επικοινωνία με τα παιδιά συχνά χρησιμοποιούμε υποκοριστικά, μπεμπελισμούς, επιθετικούς προσδιορισμούς, έμφυλες προσδοκίες, χαριτωμένες προσφωνήσεις που παγιώνουν συμπεριφορές και κατευθύνουν το νέο άτομο βαραίνοντας το με τις ενήλικες προσδοκίες μας.

Τα εργαλεία για να προσεγγίσουμε την ποιότητα της επικοινωνίας που επιθυμούμε, συμπυκνώνονται στο τρίπτυχο Ακούω-Συνοδεύω-Προτείνω. Η ενεργητική ακρόαση μας βοηθά να ακούσουμε πραγματικά το παιδί όχι μόνο παρατηρώντας προσεκτικά τα λόγια του αλλά και όλα τα μέσα έκφρασης που διαθέτει και χρησιμοποιεί. Μπαίνουμε έτσι στη θέση του, το κατανοούμε, το αποδεχόμαστε και δείχνουμε σεβασμό στη δυσκολία που βιώνει. Κατανοώντας τον/την άλλο/άλλη και αναδιατυπώνοντας αυτό που έχουμε κατανοήσει είμαστε σε θέση να παρέμβουμε με ενσυναίσθηση πάνω στην ανάγκη ή επιθυμία του. Προτείνουμε λοιπόν, χωρίς να ανακατευθύνουμε το άτομο προς κάποιο αυθαίρετο συμπέρασμα «ρίχνοντας μια ματιά στη συμπεριφορά του».

Με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζουμε το μπλοκάρισμα στην επικοινωνία. Προσπαθούμε να καταλάβουμε και όχι να κρίνουμε. Ένα παράδειγμα που μας βοηθά να κατανοήσουμε τη διαφορά είναι η διαχείριση της «επιθετικότητας». Η επιθετικότητα είναι μια κοινωνική αντίδραση, είναι κομμάτι της σχέσης. Ο ενήλικας είναι μέρος αυτού του συστήματος στο οποίο το παιδί εκφράζει την επιθετικότητά του. Θα πρέπει να το αναγνωρίσει αυτό αντί να φοράει στο παιδί την ταμπέλα του «επιθετικού». Αντιμετωπίζουμε λοιπόν τις κρίσεις με αυτοκριτική και αναστοχασμό. Ο ενήλικος κατέχει το χώρο, το χρόνο και το εκτόπισμα και είναι αυτός που πρέπει να μικρύνει και να ξαναβρεί το παιδί μέσα του.

Ελευθερία     

Προσπαθώντας να ορίσουμε την ελευθερία θα λέγαμε πως είναι μια δυνατότητα να ενεργείς αναγνωρίζοντας τις ανάγκες και τις επιθυμίες του εαυτού σου και του/της άλλου/άλλης, χωρίς εξωτερικές κατευθύνσεις και πιέσεις. Η κατανόησή της είναι μια συνεχόμενη βιωματική εμπειρία ατομική και συλλογική που χρειάζεται τόσο την ασφάλεια όσο και τον πειραματισμό.

Βάζοντας λοιπόν τις εαυτές μας στη διαδικασία κατάκτησης της ελευθερίας μας κατανοούμε τους τρόπους με τους οποίους θα βοηθήσουμε τα παιδιά μας να την κατακτήσουν μαζί μας.

                                                                                

      Το παιδί δεν καταλαβαίνει την τάξη ,όπως την εννοούμε εμείς οι μεγάλοι. Ο ενήλικος είναι πια πλούσιος από εντυπώσεις και αδιαφορεί. Το παιδί αντίθετα είναι φτωχό κι έρχεται από το τίποτα. Ό, τι κάνει, το κάνει από την αρχή. Αυτό μονάχα νιώθει το μόχθο της δημιουργίας που μας κληροδοτεί. Είμαστε σαν τα παιδιά ενός πατέρα που πλούτισε με τον ιδρώτα του προσώπου του.  Δεν υποψιαζόμαστε καθόλου τους αγώνες και την κούραση που τράβηξε. Είμαστε αχάριστοι και ψυχροί, γεμάτοι υπεροψία, γιατί βρισκόμαστε καλά βολεμένοι μέσα στην κοινωνία.

Εμείς δεν έχουμε τώρα παρά να χρησιμοποιήσουμε τη λογική, που μας ετοίμασε το παιδί, τη θέληση που μας σμίλεψε, τους μυς που ζωντάνεψε, για να μπορούμε να τους δουλεύουμε. Προσανατολιζόμαστε εύκολα μέσα στο χώρο , γιατί μας χάρισε το παιδί αυτή την ικανότητα. Νιώθουμε την ύπαρξή μας γιατί εκείνο μας έδωσε αυτή την ευαισθησία. Είμαστε πλούσιοι γιατί είμαστε κληρονόμοι του παιδιού, που έβαλε από το τίποτα τα θεμέλια της ζωής μας. Το παιδί καταβάλλει την άμετρη προσπάθεια του πρώτου βήματος, εκείνου, που οδηγεί από το τίποτα στο κάτι, στην αρχή. Βρίσκεται τόσο κοντά στις πηγές της ζωής που δρα για να δράσει, χωρίς να ακούγεται, χωρίς να το παίρνει είδηση κανείς ,έτσι όπως γίνεται με κάθε δημιουργία.

Μ. Μοντεσσόρι, «Το μυστικό της παιδικής ηλικίας»